«Σε όλη μου τη ζωή πίστευα ότι γνώριζα κάτι. Όμως, ήρθε μια παράξενη ημέρα που συνειδητοποίησα ότι δεν ήξερα τίποτε. Έτσι οι λέξεις έχασαν το περιεχόμενό τους. Έφθασα πολύ αργά στην έσχατη αβεβαιότητα. Ο πραγματικός στοχασμός είναι ο στοχασμός γύρω από την ταυτότητά μας». Έζρα Πάουντ.
Χρίστος Γούδης, «Έζρα Πάουντ: Οι ιδέες, η ζωή και τα ποιήματα», εκδόσεις Νέα Θέσις, σελ. 54
Η εσωτερική περιπέτεια, η αναλαμπή, η απεγνωσμένη συνειδητοποίηση της άγνοιας που κατέλαβε τον Έζρα Πάουντ στα χρόνια που αποτέλεσαν το σύνορο ανάμεσα στη δράση και την παρατεταμένη σιωπή του, θυμίζει κάτι πολύ... ελληνικό. Το αμφιλεγόμενο και αποδιδόμενο στον Σωκράτη «εν οίδα ότι ουδέν οίδα». Όμως, ο «καταραμένος» ποιητής του 20ού αιώνα, δεν μίλησε τόσο για την ασχετοσύνη του ανθρώπου στον τομέα του επιστητού. Με τούτο τον αφορισμό που απευθυνόταν στον εαυτό του, επαναλάμβανε έπειτα από χιλιετίες τα δελφικά παραγγέλματα που καλούσαν τους προσκυνητές να γνωρίσουν τον εαυτό τους. Να σκάψουν μέσα τους για να βρουν το πολύτιμο μέταλλο της επίγνωσης. Το δυσκολότερο έργο της ζωής. Για τη συντριπτική πλειονότητα των θνητών, αυτή είναι terra incognita. Κορυφή γνώσης απάτητη, την οποία ελάχιστοι διεκδικούν. Η αυτογνωσία, ως λέξη, είναι απλή. Περνάει στα κείμενα σχεδόν απαρατήρητη. Μια φευγαλέα ματιά τρέχει από πάνω της και δεν σταματάει καθόλου για να στοχαστεί ο αναγνώστης την αληθινή αξία της – η οποία μπορεί να αποτελέσει τη διαφορά ανάμεσα στην ευτυχία και τη δυστυχία. Ανάμεσα στο ζειν με νόημα και σκοπό και στη μάταιη, θλιμμένη περιπλάνηση ενός ένσαρκου ρομπότ στην κοινωνία μέχρι τον σκοτεινό αναπαμό του τάφου.