
Όταν λοιπόν αρχίσεις την προσευχή, άφησε τον εαυτό σου κατά μέρος, τη γυναίκα, τα παιδιά σου· άφησε τη γη, πέρασε πάνω από τον ουρανό, άφησε όλη την κτίση, ορατή και αόρατη, και άρχισε από τη δοξολογία του Ποιητή των όλων. Και όταν τον δοξολογείς, να μην περιπλανάται ο νους σου εδώ κι εκεί, ούτε να μυθολογείς όπως οι εθνικοί, αλλά διαλέγοντας από τις άγιες Γραφές να λέγεις: «Σε ευλογώ, Κύριε, τον μακρόθυμο, τον ανεξίκακο που μακροθυμείς κάθε μέρα για τα πλημμελήματά μου και που έδωσες σε όλους μας το δικαίωμα της μετανοίας. Γι’ αυτό σιωπάς και μας ανέχεσαι, Κύριε, για να Σε δοξολογούμε που οικονομείς τη σωτηρία του γένους μας, άλλοτε με το φόβο, άλλοτε με συμβουλές, άλλοτε με τους προφήτες, και τελευταία με την επίσκεψή Σου, την παρουσία του Χριστού Σου. Διότι «Συ μας έπλασες και όχι εμείς. Συ είσαι ο Θεός μας» (Ψαλμ. 99, 3).