Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012

Οι προσευχές μας δεν εισακούονται, διότι δεν είμαστε άξιοι.

Οι προσευχές μας δεν εισακούονται, διότι δεν είμαστε άξιοι. Πρέπει να γίνεις άξιος, για να προσευχηθείς. Δεν είμαστε άξιοι, διότι δεν αγαπάμε τον πλησίον μας ως εαυτόν. Το λέει ο ίδιος ο Χριστός: «Εάν ουν προσφέρης το δώρόν σου επί το θυσιαστήριον κακεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου, άφες εκεί το δώρόν σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου και ύπαγε πρώτον, διαλλάγηθι τω αδελφώ σου και τότε ελθών πρόσφερε το δώρόν σου». Να πάεις πρώτα να συμφιλιωθείς με τον αδελφό σου, να συγχωρεθείς, για να γίνεις άξιος. Αν δεν γίνει αυτό, δεν μπορείς να προσευχηθείς. Αν δεν είσαι άξιος, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Όταν τακτοποιήσεις όλες τις εκκρεμότητες και ετοιμασθείς, τότε πάεις και προσφέρεις το δώρο σου.

Γέρων Πορφύριος

Σήριαλ: Η υποκουλτούρα της αυθάδους νεοταξικής αποκτήνωσης…

Η οθόνη αποτέλεσε τον καταλύτη μεγάλων ανατροπών σε όλα τα επίπεδα: Πολιτικό, πνευματικό, πολιτισμικό κ.λπ...
Η οθόνη στα χέρια των ισχυρών μηχανισμών του χρήματος, της εξουσίας και του ιμπεριαλισμού, έγινε το πιο θανατηφόρο όπλο εναντίον των λαών, των κοινωνιών και όλων των ιστορικών τους κατακτήσεων.
Η οθόνη αποτέλεσε, πριν από όλα, το ολοκληρωτικό «εργαλείο» κατήχησης και προπαγάνδας της εξουσίας των γιγάντιων μονοπωλίων, των χορηγών και των σπονσόρων της «ελεύθερης αγοράς», καθώς και των κρατικών μηχανισμών τους.

"Εγώ είμαι"

Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου

"Η ψυχή μου εν ταις χερσί σου διαπαντός, και του νόμου σου ουκ επελαθόμην"
Κάθισμα 17ον, ψαλμ ΡΙΗ (II8)

Μια μέρα, ο μικρότερος αδελφός μου, όταν ήταν γυμνασιόπαιδο, είχε τόσο λερωθεί, καθώς έπαιζε με τ΄ άλλα παιδιά στη γειτονιά, που είχε γίνει αγνώριστος. Όταν γύρισε στο σπίτι, χτύπησε το κουδούνι κι η μητέρα μου που άνοιξε την πόρτα, θέλοντας να τον πειράξει, τον ρώτησε ποιος είναι: "εγώ είμαι", απάντησε ο αδερφός μου.

Η μητέρα διηγούνταν αυτό το περιστατικό για να μας κάνει να γελάσουμε. Το κωμικό στοιχείο έγκειται στο παράδοξο, του να αμφιβάλλει κανείς για τον εαυτό του. Στην προκειμένη περίπτωση το ότι κλονίστηκε η βεβαιότητα του αδερφού μου, ότι είναι αυτός ο ίδιος, μια που η μητέρα του δεν τον αναγνώρισε, μας έκανε να γελάμε. Όπως γελάει κανείς με κάποιον μεθυσμένο, που ξυπνώντας σ΄ ένα δωμάτιο σκοτεινό από τις κατεβασμένες κουρτίνες, νομίζει ότι τυφλώθηκε και φωνάζει "δε βλέπω, δε βλέπω".