Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Το μεγάλο φαγοπότι με τους... "ρύπους"

Του Χάρη Φλουδόπουλου

Τι κοινό έχει η ΔΕΗ με πολυεθνικούς κολοσσούς όπως η Chevron, η Conoco Philips, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας σε Βρετανία, Ολλανδία, Ιταλία, Ιαπωνία και τράπεζες όπως η Goldman Sachs, η Citibank και η JP Morgan;

Όλοι, μαζί και η ελληνική ΔΕΚΟ, αγόρασαν και αγοράζουν δικαιώματα εκπομπής ρύπων από το μηχανισμό CDM (Clean Development Mechanism), το μηχανισμό που λειτουργεί στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου του Κιότο και είναι ενταγμένος και στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών.

Με μια διαφορά: Τα δικαιώματα του CDM κοστίζουν λιγότερο από τα δικαιώματα που βρίσκονται σε διαπραγμάτευση στον ευρωπαϊκό μηχανισμό ρύπων (EU Emissions Trading Scheme γνωστό ως ETS). Αποτέλεσμα οι εταιρείες αυτές να έχουν ένα αρκετά σημαντικό όφελος. Πόση είναι η διαφορά;

Μόλις την περασμένη εβδομάδα όταν το κόστος των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων στην Ευρώπη κατέγραφε ιστορικό χαμηλό στα 4 ευρώ ο τόνος, τα δικαιώματα στον μηχανισμό CDM κόστιζαν μόλις 40 σεντς!

Βεβαίως η διαφορά δεν ήταν πάντα τόσο μεγάλη. Τα δικαιώματα από το CDM κόστιζαν διαχρονικά λιγότερο από τα European Emission Rights, ώστε να είναι ελκυστικά, ωστόσο η τιμή αγοράς ήταν ανέκαθεν φουσκωμένη σε σχέση με το πραγματικό κόστος. Εκτός όμως από το θέμα της αδιαφάνειας στο κόστος, στο μηχανισμό CDM έχει αποκαλυφθεί ότι υπάρχουν προβλήματα και ότι τα χρήματα που υποτίθεται ότι χρηματοδοτούν πράσινες δράσεις κατευθύνονται ως υπερκέρδη στις τσέπες κάποιων.

Πρόκειται για ένα σκάνδαλο που αποκαλύφθηκε πριν από δύο χρόνια με πρωτοβουλία δύο ευρωβουλευτών του Έλληνα Θ. Σκυλακάκη και του Ολλανδού G. Gerbrandy, οι οποίοι απέδειξαν ότι τα χρήματα που πληρώνουν οι καταναλωτές για την πράσινη ανάπτυξη στην πραγματικότητα μετατράπηκαν σε υπερκέρδη για κινεζικές επιχειρήσεις αλλά και για άλλους οργανισμούς που είχαν προαγοράσει τα δικαιώματα πουλώντας τα στη συνέχεια σε ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, όπως η ΔΕΗ.

Το σκάνδαλο

Πιο αναλυτικά, το 2010, με πρωτοβουλία δύο ευρωβουλευτών του Έλληνα Θοδωρή Σκυλακάκη και του Ολλανδού G. Gerbrandy αποκαλύφθηκε ότι τα χρήματα που πληρώνουν οι φορολογούμενοι στην Ευρώπη, φουσκώνουν αδικαιολόγητα: για δράσεις που κοστίζουν κάτι λιγότερο από 20 εκατ. ευρώ, πληρώθηκαν δικαιώματα (credits) αξίας πολλών δισεκατομμυρίων.

Η υπόθεση αφορούσε την κατάχρηση πιστώσεων που χορηγούνταν για την καταστροφή ενός συγκεκριμένου αερίου ρύπου του HFC-23 το οποίο εκλύεται κατά τη διαδικασία παραγωγής του πλέον κοινού ψυκτικού. Πρόκειται για ένα πανίσχυρο αέριο 12 χιλιάδες φορές ισχυρότερο ανά τόνο από το διοξείδιο του άνθρακα.

Για την καταστροφή του έχουν δημιουργηθεί ειδικά εργοστάσια στην Κίνα, τα οποία και λαμβάνουν δικαιώματα που στη συνέχεια πωλούνται μέσω του CDM σε εταιρείες και πληρώνονται από τους καταναλωτές. Υπολογίζεται ότι μόνο στην Ευρώπη οι καταναλωτές έχουν πληρώσει μέσω του CDM ποσό της τάξης των 4,5 δισ. ευρώ όταν το πραγματικό κόστος για την καταστροφή του HFC-23 είναι μερικές δεκάδες εκατ. ευρώ: το αέριο μπορεί να καταστραφεί με μόλις 0,17 ευρώ τον τόνο και όμως έφτασε να πληρώνεται μέσω του ETS με ποσά της τάξης των 11 έως 12 ευρώ τον τόνο. Τα κέρδη ήταν τόσο μεγάλα ώστε η κινεζική κυβέρνηση έφτασε σε σημείο να επιβάλει ειδικό τέλος στα κέρδη των επιχειρήσεων που καταστρέφουν HFC-23.

Σημειώνεται ότι και η ΔΕΗ έχει αγοράσει τέτοια δικαιώματα αξίας αρκετών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, με αποτέλεσμα οι Έλληνες καταναλωτές επί της ουσίας να έχουν επιδοτήσει τα «πράσινα υπερκέρδη» βιομηχανικών μονάδων στην Κίνα αλλά και των traders που εκμεταλλεύτηκαν το παράθυρο ευκαιρίας.

Με την αποκάλυψη του σκανδάλου αποφασίστηκε να απαγορευτεί από τον ερχόμενο Μάιο το trading για τον αέριο ρύπο HFC-23. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, λίγους μήνες πριν την κατάργηση των credits για το HFC-23 η αγορά να έχει κατακλυστεί από φθηνά δικαιώματα που ξεπουλούν οι κάτοχοί τους. Αυτή θεωρείται και ως η κυριότερη αιτία για το γεγονός ότι σήμερα τα CDM βρίσκονται στα 40 σεντς ενώ και τα δικαιώματα εκπομπής του ETS έχουν πέσει στα 4 ευρώ.

Τι είναι ο μηχανισμός των ρύπων

Ως ιδέα στη σύλληψή του ο μηχανισμός ήταν σχετικά απλός: για να καταπολεμηθεί η κλιματική αλλαγή, θα πρέπει να πληρώσουν όσοι ρυπαίνουν και να δοθούν κίνητρα σε όσους μειώνουν τις εκπομπές αερίων που προκαλούν τη μεγαλύτερη ζημιά στο περιβάλλον. Για να γίνει αυτό αποφασίστηκε να δημιουργηθεί η περίφημη αγορά των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων η οποία έχει δύο μορφές: τον ευρωπαϊκό μηχανισμό που είναι υποχρεωτικός για όλα τα κράτη μέλη (EU Emissions Trading Scheme) και το μηχανισμό CDM (clean development mechanism) που λειτουργεί στο πλαίσιο του λεγόμενου πρωτοκόλλου του Κιότο υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και αφορά χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου.

Ο ευρωπαϊκός μηχανισμός στηρίζεται σε αγοραπωλησίες δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων για τις επιχειρήσεις που προκαλούν ρύπανση. Τα έσοδα από τις αγοραπωλησίες πηγαίνουν για τη χρηματοδότηση πράσινων δράσεων μέσω των λεγόμενων πράσινων ταμείων.

Ένας από τους μηχανισμούς που χρησιμοποιεί το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών είναι και το CDM. Στο CDM μετέχουν βιομηχανίες από αναπτυσσόμενες χώρες που παίρνουν credits γιατί έχουν μειώσει τις εκπομπές τους σε αέρια του θερμοκηπίου. Στη συνέχεια τα credits πωλούν σε –ευρωπαϊκές κυρίως– εταιρείες στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Έτσι οι βιομηχανίες που αγοράζουν τα credis εξασφαλίζουν ότι έχει υπάρξει ανάλογη μείωση της ρύπανσης σε άλλο σημείο του κόσμου και ταυτόχρονα οι αναπτυσσόμενες χώρες εξασφαλίζουν έσοδα.

Backloading: Το νέο «κόλπο»

Καθώς σήμερα οι τιμές στα χρηματιστήρια των ρύπων έχουν πέσει δραματικά, η Ε.Ε. έχει σκαρφιστεί και ένα νέο «τρικ» το λεγόμενο backloading. Τι είναι το backloading; Είναι η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αφαιρεθούν από την ευρωπαϊκή αγορά ρύπων 900 εκατ. δικαιώματα (που θα επανέλθουν στην αγορά το 2019-2020) ούτως ώστε να υπάρξει πίεση στις τιμές και να αυξηθούν τα έσοδα.

Λεπτομέρεια με τη δική της σημασία: χώρες όπως η Γερμανία αναμένουν τα έσοδα από τους ρύπους ώστε να πληρώσουν κρατικές ενισχύσεις (που έχουν εγκριθεί από την Ευρ. Επιτροπή) στις εθνικές τους βιομηχανίες. Οι χώρες του νότου και η Ελλάδα δεν έχουν συστήσει τέτοιους μηχανισμούς αντιστάθμισης, δηλαδή επί της ουσίας οι καταναλωτές στην Ελλάδα και άλλες χώρες του φτωχού νότου θα πληρώσουν μέσω των αυξήσεων στο ρεύμα, τις επιδοτήσεις στις βιομηχανίες του ανεπτυγμένου βορρά, γεγονός που ανέδειξε σε πρόσφατη παρέμβασή του ο κ. Σκυλακάκης.

Θυμίζουμε ότι τις προηγούμενες ημέρες η κυβέρνηση, υπό την πίεση της τρόικας αποφάσισε αυξήσεις στο ρεύμα. Συνολικά εγκρίθηκε αύξηση 8% μεσοσταθμικά, η οποία αναλύεται ως εξής: 3% αφορά στο αυξημένο λειτουργικό κόστος που πρέπει να ανακτηθεί από τα τιμολόγια και 5% αφορά στις επιπλέον δαπάνες που θα πρέπει να κάνει το 2013 η ΔΕΗ (270 εκατ. ευρώ). Το ποσό αυτό αποφασίστηκε με βάση τις τιμές στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο ρύπων και συγκεκριμένα με τιμή 7 ευρώ ο τόνος...

Η απόφαση

Η τελική απόφαση για το backloading αναμένεται να ληφθεί στην ψηφοφορία της επιτροπής περιβάλλοντος του ευρωκοινοβουλίου. Την περασμένη Πέμπτη πάντως η επιτροπή βιομηχανίας (ITRE) του ευρωκοινοβουλίου απέρριπτε την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το backloading. Την ίδια ημέρα ωστόσο η πρόταση συζητήθηκε και στην επιτροπή περιβάλλοντος, όπου και μέχρι στιγμής καταγράφεται ισοψηφία μεταξύ των υποστηρικτών και των πολέμιων της εισήγησης.

«Δεν μπορεί να λαμβάνονται αποφάσεις που θα οδηγήσουν χωρίς λόγο, σε πρόσθετες αυξήσεις του ηλεκτρικού ρεύματος σε χώρες όπως η Ελλάδα, όταν στην Ελλάδα για παράδειγμα, ο κόσμος υποφέρει οικονομικά και περίπου 250.000 άνθρωποι πηγαίνουν καθημερινά στο συσσίτιο, για να εξοικονομήσουν λίγα χρήματα ώστε να μπορέσουν να πληρώσουν ενοίκιο, λογαριασμούς και άλλες οικογενειακές υποχρεώσεις» ανέφερε χαρακτηριστικά στην παρέμβασή του κατά τη διάρκεια της συζήτησης ο κ. Σκυλακάκης.

Σύμφωνα με στοιχεία που έχει καταθέσει στο ευρωκοινοβούλιο ο Έλληνας ευρωβουλευτής οι καταναλωτές ενέργειας στην Ελλάδα θα κληθούν να πληρώσουν ποσό που μπορεί να φτάσει τα 3,3 δισ. ευρώ στην 8ετία 2013 -2020 εάν περάσει η πρόταση για το backloading.

capital.gr

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου