Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011

Μεζεδάκια, ίσως με κύριο πιάτο

Λίγα μεζεδάκια θα σας σερβίρω σήμερα, και ο λόγος είναι ότι το τελευταίο από αυτά έχει μπόλικο ψαχνό και ενδέχεται να εξελιχτεί σε κύριο πιάτο. Αλλά φυσικά ξεκινάμε από τα καθαυτό μεζεδάκια, που όλα τους έχουν ένα κοινό σημείο, ότι τα έστειλαν φίλοι του ιστολογίου.

Παλιός φίλος από την πραγματική ζωή, που ξέρει ότι καταγράφω το φαινόμενο της ακλισιάς, μου έστειλε δυο παραδείγματα ακόμα, και μάλιστα από την έγκυρη Καθημερινή ή ίσως από την ηλέκδοσή της.

Σε άρθρο για τις εξεταστικές επιτροπές και τα πορίσματά τους, διαβάζουμε για “το φιάσκο του Βατοπέδι“. Επειδή το άρθρο το υπογράφουν δύο δημοσιογράφοι, δεν ξέρουμε ποιος από τους δυο είναι ο ακλισιάρης.

Την ίδια μέρα, σε άρθρο για τα καταστήματα που μετακομίζουν σε χώρους με φτηνότερο ενοίκιο, διαβάζουμε ότι ένα κατάστημα βρισκόταν “δίπλα στην εκκλησία της Καπνικαρέα“. Αυτό βέβαια μπορούμε να το χρεώσουμε στον δαίμονα του τυπογραφείου, κάτι που δεν ισχύει για την πρώτη περίπτωση.

Πάλι από την Καθημερινή, ένα μεζεδάκι που το έστειλε ένας τακτικός αναγνώστης (κατά δήλωσή του), σε άρθρο για τους τρεις ανήλικους στις Σέρρες, οι οποίοι “κατάφεραν δια της βίας, αρχικά, να αποσπάσουν από έναν ανήλικο μαθητή γυμνασίου, 14 ετών, το πόσο των 10 ευρώ, ενώ στη συνέχεια εκβίασαν και απείλησαν έναν 14χρονο φίλο του θύματος, με σκοπό, να τους προσκομίσει το ποσό των 30 ευρώ.” Όπως σημειώνει ο φίλος που το στέλνει:

Ούτε η εφορία να ήταν! Το «να τους φέρει 30€» ήταν φαίνεται πολύ πεζό…

Και προχωράω στον πρόλογο του κύριου πιάτου, σε ένα κείμενο του Στάθη στην Ελευθεροτυπία της περασμένης εβδομάδας. Στα άρθρα του αυτά, ο Στάθης σχεδιάζει χειρόγραφο τον τίτλο, κι επειδή είναι και μερακλής και πολυτονιάτης δεν παραλείπει να στολίσει το χειρόγραφο με αλεξαντριανά σκουληκάκια, δασείες και ψιλές και περισπωμένες. Λέω “να στολίσει”, διότι το πολυτονικό παίζει κυρίως διακοσμητικό ρόλο -αν μη τι άλλο, το “εξάμηνο” ήθελε δασεία μια φορά κι έναν καιρό, όχι ψιλή που βάζει ο Στάθης! (Βέβαια, ο ίδιος έχει καταφέρει παλιότερα να βάλει ψιλή σε τρεις δασυνόμενες λέξεις του τίτλου του!) Βέβαια, θα μου πείτε ότι τη δασεία την έχασε ντε φάκτο η λέξη “έξι”, διότι λέμε “πεντέξι”, ενώ οι αρχαίοι είχαν την “πενθέκτη σύνοδο”, και δίκιο θα έχετε.

Και φτάνω στο μεζεδάκι που μπορεί να εξελιχτεί σε κύριο πιάτο. Στο ίδιο άρθρο γράφει ο Στάθης, έτσι στο άσχετο:Από το 1930 και μετά, το βυζαντινό κι ύστερα οθωμανικό όνομα της Κωνσταντινούπολης έγινε τουρκικό: Ιστανμπούλ. Ομως οι Βούλγαροι την αποκαλούν ακόμα Τσάρογκραντ. Μάλλον θέλουνε κι αυτοί να πάρουνε την Πόλη…

Δίκη προθέσεων δεν θα κάνω και δεν θα εξετάσω αν ο Στάθης ρίχνει εδώ σπόντα για το επεισόδιο που έγινε όταν ο εκλεγμένος κ. Μιχαλολιάκος διαμαρτυρήθηκε που η ιστοσελίδα του Δήμου Αθηναίων είχε αναφορά σε “δήμαρχο της Ισταμπούλ”. Μπορεί να πρόκειται για σύμπτωση. Να διορθώσω δύο πράγματα θέλω, αφού ρώτησα έναν φίλο μου που ξέρει καλά τα βουλγάρικα. Πρώτον, η παρωνυχίδα: δεν είναι Τσάρογκραντ αλλά Τσαριγκράντ. Δεύτερον, οι Βούλγαροι όντως την αποκαλούν ακόμη Τσαριγκράντ την Πόλη, αλλά δεν είναι αυτή η αποκλειστική, ούτε η επίσημη ονομασία. Η επίσημη είναι Ισταμπούλ και, όπως λέει ο φίλος μου, συνήθως το Τσαριγκράντ χρησιμοποιείται όταν ο ομιλητής θέλει να δώσει ένα παλαιικό ύφος στο κείμενό του.

Η περίπτωση της Κωνσταντινούπολης/Ισταμπούλ είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα εξωνύμου (ή ίσως εξωνυμίου). Ο όρος εξώνυμο (ή ίσως εξωνύμιο) είναι μεταφορά του αγγλικού ελληνογενούς όρου (αντιδάνειο δεν το λέμε)exonym, που είναι σχετικά νέος και που σημαίνει ένα τοπωνύμιο ή ανθρωπωνύμιο που διαφέρει από αυτό που χρησιμοποιούν οι κάτοικοι του τόπου στη γλώσσα τους. Σύμφωνα με το άρθρο της Βικιπαίδειας, εξωνύμιο είναι π.χ. και το Λονδίνο, επειδή διαφέρει από το ντόπιο London. Υπάρχουν όμως και άλλα εξωνύμια που διαφέρουν περισσότερο από το αντίστοιχο ενδωνύμιο, π.χ. η Βιέννη στα σλοβένικα είναι Dunaj, η Κομοτηνή στα τούρκικα είναι Gümülcine, Γκιουμουλτζίνα, το Λιβόρνο στα αγγλικά είναι Leghorn, η Μπρατισλάβα/Bratislava στα γερμανικά είναι Pressburg, το πολωνικό Gdansk λεγόταν στα γερμανικά Danzig, ενώ η γαλλική Thionville τυχαίνει να ξέρω, επειδή είναι κοντά μου, λεγόταν στα γερμανικά Diedenhofen.

Η τάση για εξελληνισμό των ξένων τοπωνυμίων είχε δώσει στο παρελθόν πολλά εξωνύμια που σήμερα ακούγονται αστεία, σαν τη Μαγχεστρία (Μάντσεστερ) και το Αμστελόδαμο (‘Αμστερνταμ). Αυτά κοντεύουν να ξεχαστούν. Σήμερα, τα εξώνυμα της ελληνικής είναι πολύ λιγότερα. Βέβαια, εξώνυμο δεν κάθεσαι να βγάλεις για ένα μέρος που δεν σε ενδιαφέρει, που δεν το λες συχνά, που δεν τρίβεται στη γλώσσα. Το Τάδεμπουργκ (τώρα το έβγαλα) θα μείνει έτσι, δεν θα γίνει Ταδενβούργο.

Το θέμα είναι ότι σε πολλές περιπτώσεις τα εξώνυμα ή εξωνύμια αφορούν τόπους που έχουν αλλάξει χέρια -και η χρήση τους μπορεί να θεωρηθεί ότι κρύβει αλυτρωτικές βλέψεις. Γι’ αυτό και στις επίσημες διεθνείς σχέσεις, ο κανόνας είναι τα εξωνύμια να αποφεύγονται όπου υπάρχει φόβος να ενοχλήσουν. Δεν θα πεις βέβαια ‘δήμαρχος του Παρί’, ούτε οι άγγλοι λένε “mayor of Athina”, αλλά στην περίπτωση της Πόλης/Istanbul ή της Θεσσαλονίκης/Solun, η χρήση του εξωνύμιου μπορεί να ενοχλήσει.

Βέβαια, το ραβδί έχει δυο άκρες. Αν θεωρείς απαράδεκτο να λες Ισταμπούλ την Κωνσταντινούπολη, τότε δεν μπορείς να παραπονεθείς αν ο άλλος λέει Γκιουμουλτζίνα ή Σολούν. Και εννοείται ότι αυτοί οι κανόνες ισχύουν για τις διακρατικές σχέσεις και άλλες επίσημες επαφές. Στην καθημερινή μας ομιλία θα συνεχίσουμε να λέμε Κωνσταντινούπολη -ή Πόλη, καθώς και Σμύρνη ή Αττάλεια ή Ικόνιο ή Τραπεζούντα ή τα υπόλοιπα τοπωνύμια. (Βέβαια, όταν κάποιος μου πει για Νίκαια της Βιθυνίας μπορεί να καταλάβω ότι εννοεί την αρχαία και βυζαντινή πόλη, όπου έγινε και η ονομαστή οικουμενική σύνοδος, όχι το σημερινό Ιζνίκ).

Δεν ξέρω αν υπάρχουν ευαισθησίες με τα εξωνύμια και παραέξω ή αν είναι δικό μας και των γειτόνων μας φαινόμενο, βαλκανικό. Λογουχάρη, δεν ξέρω αν οι Γερμανοί λένε σήμερα π.χ. Πρέσμπουργκ τη Μπρατισλάβα, κι αν οι Σλοβάκοι ενοχλούνται απ’ αυτό. Όποιος ξέρει, ας προσθέσει.
http://sarantakos.wordpress.com/2011/01/25/mezepiato/

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου