Ἀκαδημίας, στό ὕψος τῆς πλατείας Κάνιγγος. Χαλιά, κιλίμια, μοκέτες καί ἄλλα τινά καταλαμβάνουν σημαντικό τμῆμα τοῦ ξεχαρβαλιασμένου πεζοδρομίου. |
Τι ἑλληνικό ἀπέμεινε στό ἱερόν πτολίεθρον, τήν πόλη τῶν πόλεων, ἐκεῖ ὅπου μονομάχησαν δύο θεοί γιά νά δώσουν τό ὄνομά τους καί νίκησε τελικά ἡ Ἀθηνᾶ μέ τήν ἐλιά τῆς; Πού βρίσκονται οἱ ἴσκιοι οἱ ἀρχαῖοι, τά φῶτα τά ἐκθαμβωτικά ἑνός πολιτισμοῦ ποῦ ἔκανε τή ζήση τῆς ἀνθρωπότητας αξιοβίωτη;
Σάν νά ἔχασε τόν πόλεμο ἡ Ἑλλάδα καί οἱ ἐπικρατήσαντες μᾶς ὑποχρεώνουν νά περνᾶμε καθημερινά κάτω ἀπό τά Καυδιανά Δίκρανα τῆς ταπείνωσης. «Οὐαί τοῖς ἡττημένοις», τό μότο ἑνός κράτους καί μίας διοικητικῆς μηχανῆς πού δέν θέλει νά βλέπει οὔτε ἴχνος οὔτε ὑποψία ἑλληνικότητας στό τοπίο. Μόνο ἡ ἀσχήμια εἶναι ἀρεστή, τό ἐμπόριο ναρκωτικῶν στούς δρόμους, οἱ λακκοῦβες, οἱ πλιατσικολόγοι, οἱ μαχαιροβγάλτες, οἱ ἀπαίσιοι σαράφηδες πού στρώνουν τίς πραμάτειες καταμεσῆς τοῦ δρόμου.