Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011
Η αξιοπιστία των διεθνών οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας
“Υπάρχουν δύο υπερδυνάμεις”, έγραφε το 1996 ο βραβευμένος με Pulitzer κ. Thomas Friedman, “οι Η.Π.Α. και οι εταιρείες πιστοληπτικής αξιολόγησης. Πιστέψτε με, δεν είναι πάντοτε ξεκάθαρο, ποια από τις δύο διαθέτει τη μεγαλύτερη ισχύ…”.
Όμως πολλοί ευρωπαίοι κυρίως αξιωματούχοι και αναλυτές δεν κρύβουν ότι οι οίκοι αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας (Standard & Poor’s, Moody’s και Fitch) “παίζουν το παιχνίδι” των ΗΠΑ.
Για το θέμα αυτό, χαρακτηριστική είναι η δήλωση στο ΑΠΕ-ΜΠΕ του κ. Ι. Στεριώτη, προέδρου του Ινστιτούτου ΓεωΠολιτικών & Οικονομικών Μελετών & Προβλέψεων, οποίος έχει διατελέσει νομικός και οικονομικός Σύμβουλος Ευρωπαϊκών Τραπεζών και Επιχειρήσεων, σύμφωνα με τον οποίον: “Στην πραγματικότητα – δοθέντος ότι οι γνωστότεροι Οίκοι Αξιολόγησης είναι Αμερικανικοί – κατηγορούνται ότι παίζουν παιχνίδια επιρροής, υπερασπιζόμενοι το αμερικανικό δολάριο, την αμερικανική οικονομία και τις αμερικανικές τράπεζες.”
Έντονες αντιδράσεις προκαλεί και πάλι ο ρόλος των διεθνών οίκων αξιολόγησης
Πρόσφατα, για μια ακόμα φορά, έντονες αντιδράσεις προκαλεί και πάλι ο ρόλος των διεθνών οίκων αξιολόγησης (Standard & Poor’s, Moody’s και Fitch) οι οποίοι με τις αξιολογήσεις τους καθορίζουν σε μεγάλο ποσοστό την πορεία και την οικονομική κατάσταση επιχειρήσεων αλλά και οικονομιών, όπως της Ελλάδος, ενώ αυξάνονται οι φωνές ευρωπαίων πολιτικών που τους κατακρίνουν, χαρακτηρίζοντας πολλές εκθέσεις τους ότι δεν βασίζονται σε αντικειμενική αξιολόγηση και σε πολλές περιπτώσεις είναι αυθαίρετες και δεν στηρίζονται σε ισχυρά οικονομικά επιχειρήματα. Μια τέτοια κριτική άσκησε στη Moody΄s, το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών, στην τελευταία υποβάθμιση της Ελλάδας κατά τρεις βαθμίδες, τη στιγμή που η ελληνική οικονομία αξιολογείται κάθε τρεις μήνες από τρεις διεθνείς οργανισμούς (Ε.Ε, Ε.Κ.Τ και Δ.Ν.Τ) και οι οποίοι σε αντίθεση με τη Moody΄s, βλέπουν πρόοδο της ελληνικής οικονομίας.
Ειδικότερα, το υπουργείο Οικονομικών στην ανακοίνωσή του, απαντώντας στη Moody΄s, αφού αναφέρει ότι δεν αντιμετώπισαν έγκαιρα την αύξηση του κινδύνου στον χρηματοπιστωτικό τομέα που οδήγησε στην κρίση του 2008, τώρα ανταγωνίζονται μεταξύ τους οι οίκοι για την πρωτιά στην “ανακάλυψη” κινδύνων, σε μία ιδιαίτερα ευαίσθητη στιγμή για την παγκόσμια οικονομία και τις αγορές και η υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τη Moody΄s ενέχουν τον κίνδυνο να εξελιχθούν σε αυτοεκπληρούμενες προφητείες…
Επίσης, πολλοί θέτουν και το θέμα της έλλειψης λογοδοσίας των οίκων αξιολόγησης, ενώ ο ρόλος τους είναι καθοριστικός στην λειτουργία του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος. Σε κάθε τράπεζα, σε κάθε αμοιβαίο κεφάλαιο και σε κάθε οργανισμό, που κάνει τοποθετήσεις σε τίτλους, οι αρμόδιοι υπάλληλοι πριν προχωρήσουν σε οποιαδήποτε κίνηση είναι υποχρεωμένοι να ελέγξουν τις τελευταίες εκτιμήσεις των Οίκων αυτών για να καλυφθούν.
Ο ρόλος των διεθνών οίκων αξιολόγησης στο τραπέζι των συζητήσεων στην Ε.Ε
Ο ρόλος των διεθνών οίκων αξιολόγησης φάνηκε πριν από μερικούς μήνες να ξαναμπαίνει στο τραπέζι των συζητήσεων στην Ε.Ε μετά την έντονη κριτική που άσκησε ο πρόεδρος της Γαλλίας Ν. Σαρκοζί, αλλά και του Έλληνα Πρωθυπουργού πριν από μερικούς μήνες, ενώ και η Γερμανίδα Καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ δεν είχε κρύψει την δυσφορία της ως προς τις κινήσεις των οίκων αξιολόγησης.
Η Ενωμένη Ευρώπη, τονίζει στο ΑΠΕ ο κ. Ι. Στεριώτης, “δεν έχει καταφέρει ακόμη να συγχρονιστεί και να έχει παρόμοιους Οίκους Αξιολόγησης, ώστε η Ευρώπη και η Ελλάδα να μην γινόμαστε στόχοι των παιχνιδιών, που παίζουν οργανωμένα όλοι οι κρατικοί και οι ιδιωτικοί χρηματο-οικονομικοί οργανισμοί των ΗΠΑ, προκειμένου να περισώσουν το δολάριο, που έχει καταντήσει μια νομισματική φούσκα”.
Ο κ. Ι. Στεριώτης επισημαίνει την αδυναμία συνεννόησης μεταξύ των ευρωπαίων για κοινή δράση όχι μόνο σε επίπεδο δημιουργίας ευρωπαϊκών οίκων αξιολόγησης, αλλά και σε άλλους τομείς, όπως στην πρωτοβουλία που είχε λάβει ως Πρόεδρος του Συνδέσμου Εισηγμένων Εταιρειών Χ.Α., για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Ένωσης Εισηγμένων Εταιρειών.
Αμφισβητούν την ικανότητα των οίκων αξιολόγησης
Πολλοί είναι αυτοί που ευθέως αμφισβητούν την ικανότητα των οίκων αξιολόγησης καθώς διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην κατάρρευση του χρηματοοικονομικού συστήματος καθώς απέτυχαν να αναγνωρίσουν το πραγματικό επενδυτικό κίνδυνο των χρεογράφων τα οποία ήταν συνδεδεμένα με επισφαλή στεγαστικά δάνεια και στα οποία έδιναν υψηλές βαθμολογίες.
Το πόσο ικανοί είναι οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης φάνηκε κατά την τελευταία παγκόσμια οικονομική κρίση, βαθμολογώντας με “Α” τράπεζες οι οποίες κατέρρευσαν λίγο μετά. Αναβάθμισαν την Lehman Brothers λίγο πριν καταρρεύσει. Κάτι ανάλογο έγινε και με την εταιρεία Enron. Στην κρίση του ενεργειακού κολοσσού το 2001, οι οίκοι αξιολόγησης βαθμολογούσαν με καλό βαθμό την εταιρεία μέχρι και λίγο πριν καταρρεύσει. Επίσης, είναι γνωστή η πρόσφατη περίπτωση της Ισλανδίας, την οποία είχαν αναβαθμίσει λίγο πριν καταρρεύσει.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Fitch είχε δώσε καλό βαθμό στη Ασπίς Πρόνοια, λίγους μήνες πριν βάλει λουκέτο. Αποτελεί, βέβαια, κοινό μυστικό ότι οι εν λόγω εταιρείες αξιολόγησης είναι πολυεθνικές εταιρίες που έχουν στόχο τόσο την αύξηση του τζίρου και των καθαρών κερδών τους, ενώ δεν θα πρέπει να περνά απαρατήρητο και το γεγονός ότι ένας από τους διεθνούς φήμης επιχειρηματίες, ο Warren Buffet απέκτησε ποσοστό στη Moody’s.
Ακόμα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι οίκοι αξιολόγησης έχουν δεχθεί εκατοντάδες αγωγές από επιχειρήσεις, οι οποίες όμως δεν γίνονται δεκτές καθώς οι αξιολογήσεις τους θεωρούνται βάσει νόμου απλές “απόψεις” ή “γνώμες” και κατά συνέπεια είναι πλήρως προστατευμένες από τον νόμο περί… ελευθερίας της έκφρασης.
Οι διεθνείς οίκοι αξιολόγισης και η αγορά των δομημένων ομολόγων
Επίσης, η αξιοπιστία των τριών μεγάλων διεθνών οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας – Standard & Poor’s, Moody’s και Fitch – αμφισβητήθηκε εντονότατα, λόγω του καταλυτικού ρόλου που έπαιξαν στη διόγκωση και την κατάρρευση της αμερικανικής αγοράς δομημένων ομολόγων, η οποία πυροδότησε τη μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική κρίση της μεταπολεμικής περιόδου.
Η αγορά των δομημένων ομολόγων έλαβε τεράστια έκταση μετά το 2004, με τη βοήθεια των παραπάνω οίκων, οι οποίοι χαρακτήριζαν ως εξαιρετικά αξιόπιστα – και συνεπώς με ελάχιστο κίνδυνο – τα δομημένα ομόλογα που εξέδιδαν αφειδώς οι αμερικανικές τράπεζες – ακόμη και αυτά που βασίζονταν σε προβληματικά στεγαστικά δάνεια (όπως αυτά που δίνονταν σε άνεργους ή άτομα με χαμηλό εισόδημα).
Από το 2007, όταν άρχισε να υποχωρεί η στεγαστική αγορά στην Αμερική, η αγορά των δομημένων ομολόγων δοκιμάσθηκε και την επόμενη χρονιά οδήγησε σε δραματικές εξελίξεις, όπως η κατάρρευση της μεγάλης τράπεζας Lehman Brothers. Μετά την εξέλιξη αυτή, η κριτική από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ για το ρόλο των οίκων αξιολόγησης έγινε πολύ έντονη και αναζητήθηκαν τρόποι για να μειωθεί ο ρόλος τους.
Στα τέλη του 2008, ο τότε Επίτροπος της ΕΕ για θέματα εσωτερικής αγοράς κ. Τσαρλς Μακρίβι χαρακτήρισε αδιαφανή και αναξιόπιστη τη λειτουργία των οίκων. Ο Επίτροπος εστίασε την κριτική του “στο μη ικανοποιητικό τρόπο, με τον οποίο διαχειρίστηκαν οι οίκοι τις δικές τους συγκρούσεις συμφερόντων και την ανεπαρκή διαφάνεια στις δραστηριότητές τους”. Το θέμα του ελέγχου της δραστηριότητας των οίκων συζητήθηκε στα Συμβούλια Υπουργών Οικονομίας της ΕΕ και αποφασίσθηκε να ληφθούν μέτρα που θα ενισχύουν τη διαφάνεια της λειτουργίας τους. Μεταξύ άλλων, έχει ζητηθεί από τους οίκους να ενημερώνουν αρκετό διάστημα πριν από την ανακοίνωση των αξιολογήσεων τους για κρατικά χρέη και να δίνουν το σύνολο της ανάλυσης πάνω στην οποία βασίζουν τις αξιολογήσεις τους.
Από την πλευρά του, ο οίκος Moody’s διαφώνησε, με ανακοίνωση που εξέδωσε προ διμήνου, στις απαιτήσεις αυτές της ΕΕ. Με το ρόλο των οίκων ασχολήθηκαν και οι αμερικανικές αρχές, στο πλαίσιο της έρευνας που έκαναν για την αναζήτηση των αιτίων που οδήγησαν στη μεγάλη κρίση. Πρόσφατα, η αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακοίνωσε ένα πρώτο μέτρο για τη σταδιακή απεξάρτηση της αμερικανικής χρηματοπιστωτικής αγοράς από τις αξιολογήσεις των οίκων.
Οι δουλειές των οίκων αξιολόγησης εκτοξεύθηκαν χάρη στην ταχεία άνοδο της αγοράς ομολόγων και άλλων χρεογράφων, η αξία της οποίας σήμερα ανέρχεται διεθνώς στα 52 τρισ. δολάρια. Στις ΗΠΑ μόνο, η αγορά ομολόγων υπολογίζεται σε 21 τρισ. δολάρια, 50% περισσότερο από την αξία των μετοχών σε όλα τα αμερικανικά χρηματιστήρια. Χωρίς αξιολόγηση, καμία έκδοση ομολόγων δεν νοείται. Η Moody’s και η S&Ρ ελέγχουν το 40% της αγοράς η καθεμία και η Fitch το 14%. Την αγορά συμπληρώνουν περί τις 150 εταιρίες αξιολόγησης σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά μόνο οι προαναφερθείσες τρεις παίζουν τόσο μεγάλο ρόλο.
Πηγή: http://www.sofokleous10.gr/portal2/top-story/top-story/2011-03-11-16-34-15-2011031134601/
vatopaidi.wordpress.com
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου