Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου
Όταν ήμουν μικρός ζούσα σε κάποια ορεινή κωμόπολη στη Δυτική Μακεδονία. Ο νοικάρης στο σπίτι μας είχε πολλά λογοτεχνικά βιβλία στη βιβλιοθήκη του, που μου άρεσε να τα διαβάζω. Διάβασα πολλά βιβλία εκείνο τον καιρό, στο φως της λάμπας πετρελαίου. Ακουμπούσα την λάμπα στο περβάζι του παράθυρου, ενώ εγώ ήμουν ξαπλωμένος στο κρεβάτι, για να πέφτει το φως της επάνω στις σελίδες του βιβλίου μου.
Το ανεξέλεγκτο διάβασμα λογοτεχνικών βιβλίων σε τρυφερή ηλικία, δεν ήταν ό,τι καλύτερο για μένα. Μαζί με την δίψα του να μαθαίνεις, το διάβασμα διήγειρε σε μεγάλο βαθμό τη φαντασία μου. Δεν ζούσα πια στον πραγματικό κόσμο. Οι γυναίκες λόγου χάριν δεν ήταν ανθρώπινα πλάσματα με φυσικές ανάγκες. Οι πόλεις στο εξωτερικό δεν ήταν σαν τις δικές μας. Αν μου έλεγε κανείς ότι τα σπίτια είναι από σοκολάτα, θα το πίστευα. Βέβαια, τα παιδιά και οι νέοι σήμερα δεν έχουν την άγνοια που είχαμε εμείς. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ζουν στο δικό τους, λιγότερο ή περισσότερο, φανταστικό κόσμο.
Μιλούσα τις προάλλες με κάποιον νέο που πίστευε ότι στην ξενιτιά ζουν καλύτερα από μας. Θυμήθηκα τη δική μου άγνοια. Του είπα για την έκπληξη που δοκίμασα όταν ταξιδεύοντας στην Ευρώπη πέρασα από κάποιες πόλεις που οι δρόμοι τους βρώμαγαν κάτουρο. Οι άνθρωποι στα μπαρ δεν είχαν καμιά επαφή μαζί τους, χαμένος ο καθένας στον κόσμο του, με μια μπύρα μπροστά του.
- Τί νομίζεις ότι θα βρεις στην ξενιτιά; τον ρώτησα. Το χειρότερο από όλα είναι ότι στην ξενιτιά δεν σε περιμένει κανείς. Ξενιτιά δεν είναι γιατί δεν γνωρίζουμε τον τόπο και τους ανθρώπους. Ξενιτιά είναι γιατί δεν μας γνωρίζει ο τόπος και οι άνθρωποι.
Δεν υπάρχουν σπίτια από σοκολάτα πουθενά.
http://moschoblog.blogspot.com/2012/03/blog-post_07.html
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου