Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου
Θα ‘θελα επιστρέφοντας απ’ την Κομοτηνή, να γράψω τις εντυπώσεις μου από την παραμονή μου στη μακρινή αυτή πόλη της Θράκης μας. Είναι η τρίτη φορά που πηγαίνω εκεί και πάντοτε μ΄ αρέσει. Οι θαμώνες του «Θρακικού», του παραδοσιακού καφενείου του Ανέστη με συνήθισαν. Γέροι και με κάποια εγκεφαλικά ο καθένας τους, δεν πολυδίνουν σημασία στην απουσία μου, ούτε και στην παρουσία μου άλλωστε. Με εξαίρεση τον Σαράντη και τον Ανέστη, οπωσδήποτε, με τον οποίο μας συνδέει η αγάπη για το βιβλίο και τη μουσική.
Ο Σαράντης, εν αντιθέσει με εμένα που ντύνομαι στα μαύρα σαν να πενθώ, είναι λευκοντυμένος σαν γαμπρός. Όταν τον βλέπεις από μακριά, ξεχωρίζει από τους άλλους, όπως το λουλούδι της μανόλιας ξεχωρίζει από τα φύλλα Αν και δεν είναι μόνο η εμφάνιση που τον κάνει να ξεχωρίζει απ΄ τους άλλους. Ο Σαράντης δεν μοιάζει με τους άλλους και στο χαρακτήρα. Δεν του αρέσουν οι συνήθειες των άλλων, τα παιχνίδια τους, τα πειράγματά τους, το ότι πηγαίνουν όλοι μαζί. Του Σαράντη του αρέσει να μένει μόνος, σαν τον μοναχικό, γέρικο γλάρο, στην ερημική ακτή, μετά τη βροχή.
Τη φορά αυτή στην Κομοτηνή, τις είκοσι μία μέρες που μείναμε εκεί, έβρεχε συνεχώς. Ο Σαράντης βρήκε αφορμή, μιλώντας για τη βροχή και τις καταστροφές στις καλλιέργειες των αγροτών, να μας διηγηθεί την τελευταία μεγάλη πλημμύρα, όταν πλημμύρισε το ποτάμι, που διέσχιζε παλιά την πόλη.
Ο Σαράντης, εκείνη την εποχή διατηρούσε εμπορικό κατάστημα πωλήσεως ελαίων. Στην πλημμύρα το νερό ανέβηκε τόσο ψηλά, που τα λάδια μύρισαν πετρέλαιο από τα βαρέλια πετρελαίου που υπήρχαν εκτός του καταστήματος.
Στο στρατό, ο Σαράντης υπηρέτησε ως αξιωματικός ωνίων στη Λέσχη Φρουράς Αξιωματικών Λαρίσης. Εκεί έμαθε να διαλέγει τα καλύτερα είδη τροφίμων και να προσέχει τις τιμές, συνήθεια που την διατήρησε σε όλη του τη ζωή. Τώρα, στην Κομοτηνή, ξέρει πού βρίσκεται το καλύτερο είδος τροφίμων και ποιες είναι οι τιμές για το καθένα. Αν και έμεινε εκ πεποιθήσεως ή εκ τύχης εργένης του άρεσε να εξετάζει τι αγοράζει όσον αφορά την ποιότητα και την τιμή.
Ο Σαράντης καθώς ήταν μόνος ακόμα κι όταν βρισκόταν με τους άλλους στο καφενείο, είχε μάθει να προσέχει τα λόγια του. Ο λόγος του είχε όλες τις αρετές του καλού λόγου, την συντομία, την ακρίβεια, τη σαφήνεια. Διάλεγε τις λέξεις κι αν δεν έβρισκε την κατάλληλη, σταματούσε. Γι’ αυτόν ο λόγος είναι όπως η δομή για τον αρχιτέκτονα. Πρέπει να είναι ακριβής και πλήρης. Αν κάτι λείπει, σημαίνει ότι δεν υπάρχει.
Μια φορά, σε μια παύση, νομίζοντας ότι τελείωσε το λόγο του, τον διέκοψα για να πω μια δική μου ιστορία. Ο Σαράντης την άκουσε προσεχτικά κι όταν τελείωσα, πήρε το λόγο και συμπλήρωσε αυτό που έλεγε, έχοντας βρει την κατάλληλη λέξη.
Ο Σαράντης είναι ο πρώτος άνθρωπος που γνωρίζω με αυτό το όνομα. Μ’ αρέσει που το όνομά του είναι συλλογικό και ατομικό μαζί. Το όνομα «Σαράντης» βγαίνει από τους Αγίους Τεσσαράκοντα μάρτυρες της Εκκλησίας μας. Ο Μέγας Βασίλειος έγραψε εγκώμιο για τους Αγίους Τεσσαράκοντα που η αρχή του είναι «Φέροντες τα παρόντα γενναίως». Πόσο άραγε επηρέασε το Σαράντη το όνομα αυτό;
Πιστεύω ότι το ατομικό, όταν είναι αληθινό είναι και συλλογικό. Η ανθρώπινη φύση είναι μία. Όσο πιο προσωπικός είσαι τόσο πιο πολύ εκφράζεις τους άλλους. Ο Θεός «εις ενότητα πάντας εκάλεσεν», όπως λέει το σχετικό τροπάριο της εορτής του Αγίου Πνεύματος. Ακόμα κι οι εγωιστικές επιδιώξεις μετατρέπονται από μόνες τους σε κοινωνικά επωφελείς.
Ο μακαρίτης ο εκ μητρός παππούς μου Αγγελάκης Κοτίτσας, εκ Δεσκάτης Γρεβενών, όταν το χειμώνα έριχνε πολλή χιόνι στο χωριό, ξύπναγε νωρίς κι άνοιγε το δρόμο με το φτυάρι από το σπίτι του προς την κοντινή πλατεία. Στην αρχή φαινόταν ότι ο δρόμος μέσα στο χιόνι εξυπηρετούσε μόνο τη δική του κατοικία. Όσο όμως προχωρούσε προς την πλατεία, ο δρόμος εξυπηρετούσε και τις κατοικίες των άλλων.
moschoblog.blogspot.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου