Tου Στεφανου Κασιματη / kassimatis@kathimerini.gr
«Eγώ σου το είχα πει». Υπάρχει τίποτε εκνευριστικότερο, όταν έχουμε κάνει ένα σφάλμα, από την αυτάρεσκη υπενθύμιση του φίλου, που πράγματι μας είχε προειδοποιήσει σωστά, αλλά εμείς δεν τον ακούσαμε; Και όμως, υπάρχει· και είναι το εξής: «Εγώ ήθελα να σου το έχω πει, αλλά δεν σου το είπα, γιατί ήξερα ότι δεν θα με ακούσεις». Δεν ξέρω αν το προσέξατε, αλλά αφότου προσγειωθήκαμε ανώμαλα στην πραγματικότητα της χρεοκοπίας, όλο και πληθαίνει ο αριθμός των πολιτικών ταγών που, αφού απέτυχαν παταγωδώς να ανταποκριθούν στην έννοια του όρου «ταγός», έρχονται τώρα, εκ των υστέρων, να μας πουν ότι εκείνοι είχαν επίγνωση των κινδύνων που έκρυβε ο δρόμος και ήθελαν να μας είχαν γλιτώσει, αλλά κάτι τους εμπόδισε.
Ο καθένας από τους εκ των υστέρων προφήτες διεκδικεί τον ρόλο αυτό με τον δικό του τρόπο. Ας πάρουμε την περίπτωση του επί πενταετίαν πανίσχυρου υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών της «Νέας Διακυβέρνησης» Γιώργου Αλογοσκούφη. Στις ιδιωτικές συνομιλίες του, ο πρώην υπουργός δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει ότι από τα μέσα του 2008 επεσήμαινε στον τότε πρωθυπουργό την ανάγκη να εγκαταλειφθεί η πολιτική της «ήπιας προσαρμογής» και να ληφθούν μέτρα για τη δημοσιονομική εξυγίανση. Ομως ο Κώστας Καραμανλής δεν έκανε δεκτές τις εισηγήσεις του και στις αρχές του 2009 τον αντικατέστησε. (Ο Γ. Αλογοσκούφης, όπως αφηγείται σήμερα στους συνομιλητές του, διαισθάνθηκε ότι επέκειτο η αντικατάστασή του, όταν, στη δοξολογία της πρώτης του 2009, ο Καραμανλής τον χαιρέτησε διά χειραψίας, αλλά απέφυγε να τον κοιτάξει στα μάτια....) Δεν αμφισβητώ τις αγαθές προθέσεις του πρώην υπουργού ούτε την ειλικρίνειά του. Μένω όμως με την απορία, γιατί δεν πήρε ο ίδιος την πρωτοβουλία να παραιτηθεί και προτίμησε να υποστεί τον αιφνιδιασμό της ταπεινωτικής αντικατάστασης.
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και με την περίπτωση του πρώην υπουργού Υγείας Δημήτρη Αβραμόπουλου. Προσφάτως είδε το φως της δημοσιότητας επιστολή του προς τον Κ. Καραμανλή, με την οποία προειδοποιούσε για τον εκτροχιασμό του ελλείμματος, αλλά δεν έλαβε ποτέ απάντηση. Αν τότε είχε δημοσιοποιήσει τον κίνδυνο που αντιλαμβανόταν και είχε το θάρρος να πάει στο σπίτι του, σήμερα θα κυκλοφορούσε με τον φωτοστέφανο της δικαίωσης και κανείς δεν θα τολμούσε να αμφισβητήσει ούτε την κρίση του ούτε την τόλμη του. Δεν το έκανε και τώρα καταφεύγει στην τέχνη της επικοινωνίας, διεκδικώντας διά της πλαγίας οδού τη δικαίωση από τους αδαείς και τους ευήθεις! (Και μόνον από αυτούς, διότι όλοι οι άλλοι, όχι μόνον δεν πείθονται, αλλά επιπλέον θα ήθελαν να μάθουν από τον Δ. Αβραμόπουλο γιατί δεν τόλμησε να ακουμπήσει την μαύρη τρύπα της Δημόσιας Υγείας, γιατί έφερε νόμο για τις προμήθειες των νοσοκομείων, αλλά δεν τον εφάρμοσε ποτέ, γιατί επεξέτεινε την ισχύ των αμαρτωλών διατάξεων που επέτρεπαν στους προμηθευτές να χρεώνουν σε τιμές δεκαπλάσιες των ευρωπαϊκών κ.ά.)
Εξίσου εκνευριστικοί είναι και εκείνοι που, ναι μεν δεν αποτολμούν να μας πείσουν ότι εγκαίρως είχαν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, αλλά κάνουν κάτι ακόμη χειρότερο: τους καταλαμβάνει μια κρίση αυτογνωσίας και παραδέχονται ότι γνώριζαν, αλλά δεν είπαν τίποτε! Πρόσφατο είναι το παράδειγμα του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Θόδωρου Πάγκαλου. «Ολοι μαζί τα φάγαμε, διορίζοντας», είπε και, κατά τη γνώμη μου, η διαπίστωσή του αποδίδει την πραγματικότητα. Μόλις χθεσινό είναι το παράδειγμα του Πέτρου Δούκα, ο οποίος δήλωσε, αναφερόμενος στα πεπραγμένα της κυβέρνησης που υπηρέτησε ως υφυπουργός: «Ημασταν όλοι λαϊκιστές». Και το ερώτημα είναι τι έκαναν από τη στιγμή όπου αντελήφθησαν την αλήθεια – εκτός αν τους αποκαλύφθηκε δι’ επιφοιτήσεως, καθώς την εκστόμιζαν. Εντάξει, καταλαβαίνω την μάζα των πολιτευομένων που επιλέγουν τον ρόλο των χαζών ή των δειλών: Δεν ξέρω, δεν είδα, δεν άκουσα. (Απλώς διόριζα...). Αλλά οι άλλοι που κάνουν και τους έξυπνους από πάνω, γιατί το κάνουν; Υποθέτω ότι ένα πρόβλημα υπερτροφικού εγωισμού τους εμποδίζει να παίξουν τον ρόλο του χαζού και προτιμούν τον ρόλο του εξυπνάκια...
Το ουσιαστικό ερώτημα σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι για ποιον λόγο όσοι διεκδικούν τις δάφνες της εκ των υστέρων γνώσης δεν μίλησαν τότε, όταν ο λόγος τους θα είχε αξία και ίσως έκανε τη διαφορά. Μία σκέψη που κάνω είναι ότι τους εμπόδιζε ο φόβος: Ο φόβος της διαβολής, που θα εξαπέλυαν εις βάρος τους όσοι συνάδελφοί τους στην κυβέρνηση θα ένιωθαν απειλούμενοι από την αλήθεια. Δεν θα απέκλεια επίσης ο φόβος να ήταν περισσότερο πραγματικός παρά ψυχολογικός, αν οι κήρυκες της αλήθειας ήσαν οι ίδιοι εκτεθειμένοι σε διάφορες υποθέσεις. (Ας μη λησμονούμε, άλλωστε, ότι ζούμε στην περισσότερο διεφθαρμένη χώρα της Ευρώπης, καθ’ ομολογίαν του πρωθυπουργού μας...) Ωστόσο, είμαι βέβαιος ο φόβος τους δεν είχε σχέση με το χρήμα και τα υλικά αγαθά. Μιλώ για ανθρώπους σοβαρούς, εντίμους και ευυπολήπτους, των οποίων την ηθική ακεραιότητα ουδέποτε θα διενοούμην να αμφισβητήσω! Συνεπώς, αφού δεν είναι το χρήμα, πρέπει να είναι η δόξα. Ολοι αυτοί, δηλαδή, που γνώριζαν την αλήθεια, αλλά δεν τη μοιράζονταν μαζί μας, φοβούνταν μήπως στερηθούν τα συμπαρομαρτούντα της εξουσίας: Το χειροκρότημα των υπαλλήλων–υπηρετών, την εμετική δουλοπρέπεια των υπηκόων, την εύκολη ζωή του ισχυρού. Εν πάση περιπτώσει, η προσωπική μου γνώμη γι’ αυτούς δεν αλλάζει, παρά την ακράδαντη πίστη μου στην εντιμότητά τους. Διότι η απόλυτη δοκιμασία της ακεραιότητας του ανθρώπου είναι όταν τον βλέπεις στο απόγειο της ισχύος του. Αν δεν είναι το χρήμα, θα είναι η δόξα...
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_14/10/2010_418602
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου