Σύμφωνα με τη χριστιανική πίστη, μέσα στον χώρο της ανθρώπινης αυτής δημιουργίας που κινείται επί τη βάσει διαφόρων αξιών και κατευθύνσεων, ήρθε μια αποφασιστική στιγμή οπότε ο ίδιος ο Θεός εισήλθε υποστατικά στο ιστορικό γίγνεσθαι, όταν «ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» Πω. 1:14). Έτσι καθορίζεται πλέον νέος «λόγος» υπάρξεως της ανθρωπότητας και νέο ζωτικό κέντρο πολιτιστικής δημιουργίας. Εισάγεται μια νέα εντελέχεια, που κατευθύνει το «ανθρώπινο» και ολόκληρη την κτίση σ’ ένα νέο «τέλος».
Εδώ πια, το αποφασιστικά νέο δεν είναι μια ιδέα, μια αρχή, μια αλήθεια, την οποία κηρύσσει ένας σοφός (τύπου Γκοττάμα Βούδδα) ή ένας προφήτης που δέχθηκε μια αποκάλυψη (τύπου Μωάμεθ), αλλά το θεανδρικό πρόσωπο του Ιησού Χριστού, που ενώνει με πρωτόγνωρο και ανεπανάληπτο τρόπο θεία και ανθρώπινη φύση. που ενούται υποστατικά με «το ανθρώπινον». με ολόκληρη την ανθρωπότητα. Το πρόσωπο αυτό, που συνδέει ιστορία και αιωνιότητα, «δι’ ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν σωτηρίαν» σταυρώθηκε, ανέστη, ανελήφθη και θα έλθει πάλι ως παγκόσμιος κριτής. Δεν διορθώνει απλώς την πορεία της ανθρωπότητος, δεν προτείνει τη θεραπεία της με βάση μια αρχή την οποία ανεκάλυψε, αλλά βεβαιώνει ότι είναι «η οδός και η αλήθεια», «η ανάστασις και η ζωή» (Ιω. 11:25-26). Αυτός ο Χριστός, «χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. 13:8). μένει αδιάκοπα ενωμένος με τηυν ανθρώπινη φύση μας. οδηγώντάς τη στη θέωση. Εδώ βρίσκεται ο πυρήνας του Ευαγγελίου.
«Το ευαγγέλιο του Χριστού» έκτοτε αλλάζει, θα λέγαμε, τα χρωμοσώματα της ανθρώπινης φύσεως, της καθορίζει ένα νέο μυστικό κώδικα εξελίξεως: από τον άνθρωπο στον Θεάνθρωπο, από τον λόγο, την ανάπτυξη της λογικής, προς την ένωση του ανθρώπου με τον Λόγο, την κοινωνία του με τον Λόγο της Αγάπης. Και συνάμα καθορίζει τη μεταμόρφωση ολόκληρης της φύσεως η οποία συνδέεται ουσιαστικά με τον άνθρωπο. Για όσους δεν πιστεύουν σ’ αυτή την αποκάλυψη, η θέση τούτη παραμένει «σκάνδαλο» και «μωρία». Για τους «κλητούς» όμως, ανεξάρτητα από οποιονδήποτε πολιτισμό κι αν προέρχονται, ο εσταυρωμένος και αναστάς Κύριος είναι «Θεού δύναμις και Θεού σοφία» (Α΄ Κορ, 1:24).
Η πρόσληψη «του ευαγγελίου της δόξης του Θεού» δεν συντελείται απλώς με τον νου, με ένα σύστημα ιδεών, αλλά με το άνοιγμα όλων των δεκτών του ανθρώπινου προσώπου. Γι’ αυτό, ο αντιπροσωπευτικότερος χώρος της προσλήψεως είναι ο χώρος της λατρείας, η δοξολογική επίκληση του Αγίου Πνεύματος, για τη μεταβολή των ορατών πραγμάτων, την τελική ένωση με τον ζώντα Χριστό για τον συντονισμό όλης της ζωής στον ρυθμό του Πνεύματος, τη μετάπλαση του σύμπαντος μέσα στην ακτινοβολία των θείων ενεργειών της Παναγίας Τριάδος.
Το Ευαγγέλιο δεν πρέπει να ταυτίζεται με τον υπαρκτό «Χριστιανισμό», όπως εκφράσθηκε σε διάφορες περιόδους του παρελθόντος ή εκφράζεται σήμερα από ορισμένες χριστιανικές κοινότητες ή σύνολα. Οι ανθρώπινες αστοχίες και προδοσίες δεν είναι σε θέση να αλλοιώσουν τη δύναμη και την ουσία του. Το Ευαγγέλιο -όπως κατανοήθηκε μέσα στην Εκκλησία επί είκοσι αιώνες- παραμένει το κριτήριο και η κρίση κάθε μορφής υπαρκτού Χριστιανισμού. Κάθε ανανέωση στη χριστιανική κοινότητα προέρχεται από την επανεύρεση του πυρήνος του Ευαγγελίου και την απόφαση να το βιώσει στην καθαρότητα και πληρότητά του.
Αυθεντικοί εκφραστές του Ευαγγελίου δεν είναι απλώς οι διανοούμενοι, οι γνώστες των κειμένων της Αγίας Γραφής, αλλά εκείνοι που κατανοούν και βιώνουν το μυστήριο του Ευαγγελίου, μεταμορφούμενοι συνεχώς στη φλόγα της παρουσίας του Πνεύματος, αυτοί που ακτινοβολούν τη θεία δόξα και την αγάπη με τα έργα και την ύπαρξή τους.
(Αναστασίου, Αρχιεπ. Τιράνων και πάσης Αλβανίας, «Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία», εκδ. Ακρίτας, σ. 113-115)
fdathanasiou.wordpress.com
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου