«του αντρειωμένου ο θάνατος θάνατος δεν λογιέται»
Δημήτρης Νατσιός, Δάσκαλος Κιλκίς
20 Απριλίου του 1941: Οι μετέπειτα κατοχικός «πρωθυπουργός» στρατηγός Τσολάκογλου, παρά την ρητή διαταγή του Παπάγου, για αγώνα μέχρι εσχάτων, παραδίδει τα όπλα τα ιερά στους Γερμανούς, αμαυρώνοντας έτσι την δόξα του ’40. «Η πατρίς αναμένει όπως άπαντες οι Έλληνες αξιωματικοί από του ανωτάτου μέχρι του τελευταίου βαθμοφόρου εκτελέσωσι μέχρι τέλους το καθήκον τους», έγραψει το τηλεγράφημα του Παπάγου, στο οποίο ο δοσίλογος στρατηγός αρνήθηκε να υπακούσει. Η ανάρμοστη, για Έλληνα αξιωματικό, απόφαση της συνθηκόλογησης, προκάλεσε απογοήτευση στους νικητές της Πίνδου. Η απογοήτευση αυτή αντικατοπρίζεται στις επτά αυτοκτονίες πατριωτών που αρνήθηκαν να συμβιβαστούν με την ιδέα της σκλαβιάς. Τα ονόματα άγνωστα, καταχωνιασμένα στο «χρονοντούλαπο της ιστορίας», τέτοιες πράξεις ενοχλούν, κλονίζουν τον εφησυχασμός μας ο πατριωτισμός, η αγάπη για την πατρίδα, «το υπέρ πατρίδος τελευτά», δεν έχουν θέση στην Ελλάδα του Μνημονίου και της υποτέλειας.
9 Απριλίου 1941: Ο διοικητής της ταξιαρχίας του Έβρου, έφεδρος υποστράτηγος Ιωαν. Ζήσης, αναγκάσθηκε, υπό το βάρος της συντριπτικής υπεροχής των Γερμανών, να υποχωρήσει και να περάσει στην Τουρκία. Παρά την σχετική συμφωνία για τον μη αφοπλισμό του στρατού, οι Τούρκοι, ως συνήθως, την αθετούν και ζητούν την παράδοση των όπλων. Ο γενναίος και ευαίσθητος στρατηγός, φέροντας βαρέως την ατίμωση, που υπέστησαν αφοπλιζόμενες οι μονάδες του, λίγες ώρες αργότερα, τραβώντας το πιστόλι του, που δεν παρέδωσε, αυτοκτονεί, προκαλώντας συγκίνηση στους Έλληνες και κατάπληξη, στους ασυνήθιστους σε τέτοιους ηρωισμούς, Τούρκους. (Οι οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω, σαν τις ύαινες που οσμίζονται το πτώμα, κήρυξαν τον πόλεμο στους Γερμανούς, την ημέρα που αυτοί παραδίδονταν, άνευ όρων, στους Συμμάχους).
18 Απριλίου 1941: Ο πρωθυπουργός Αλ. Κορυζής, συντετριμμένος από την δυσμενή εξέλιξη του πολέμου και την επικείμενη είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, αυτοκτονεί, αρνούμενος την μετάβαση στο Κάιρο. Οι τελευταίες του λέξεις στο υπουργικό συμβούλιο και ενώ ο βασιλίας Γεώργιος του μετέφερε τις επικρίσεις των Άγγλων στον πρωθυπουργό ήταν: «Μεγαλειότατε, όλος μου ο βίος είναι μία σειρά πράξεων τιμίων. Υπήρξα τίμιος, τίμιος είμαι και θα αποθάνω τίμιος άνθρωπος». Ας συγκρίνουμε την τιμιότητα και το ήθος αυτού του πολιτικού, με τις φαιδρές παρουσίες κάποιων τωρινών πολιτικών που «η Ελλάς ατυχήσασα ψωμίζει».
22 Απριλίου 1941: ο ταγματάρχης Κων. Βερσής, διοικητής της 8ης Μοίρας Πυροβολικού, της 8ης Μειραρχίας πεζικού, αυτοκτονεί, όταν αναγκάζεται να παραδώσει τα τιμημένα όπλα. Ο διοικητής της Μεραρχίας στρατηγός Κατσιμήτρος στο βιβλίο του «η Ήπειρος προμαχούσα», γράφει: «Μετά την παράδοσιν των πυροβόλων, συντετριμμένος ψυχικώς και με κατασπαραγμένη την ευγενικήν καρδίαν του, συνεκέντρωσε τους άνδρας του και ωμίλησεν εις αυτούς λίαν συγκεκινημένος, παρηγοριών οιονεί αυτούς δια τον αποχωρισμόν των από τα πυροβόλα των, τα οποία τοσάκις κατακεραύνωσαν τον αντίπαλον. Εν τέλει δεν μετ’ αυτών έψαλλον τον Εθνικόν Ύμνον, μεθ’ ο ούτος απομακρυνθείς ολίγον και εξαγαγών το περίστροφον του εβλήθη εις την κεφαλήν και έπεσεν». Τελευταία του φράση «Ζήτω η αιωνία Ελλάς» και έπεσεν…
2 Μαΐου 1941: Η Πηνελόπη Δέλτα, κόρη του εθνικού ευεργέτη Εμμ. Μπενάκη, ακούγοντας στο ραδιόφωνο της, ότι «η πρωτεύουσα περιέρχεται εις χείρας των κατακτητών», παίρνει δηλητήριο και αυτοκτονεί. Η γυναίκα που ανέθρεψε και γαλούχησε γενεές Ελλήνων με τα άφθαστα παιδικά λογοτεχνήματά της («Τα μυστικά του βάλτου», «Για την Πατρίδα»), κηδεύεται την επόμενη μέρα από τον φίλο της, ηρωικό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρύσανθο. Στην ταφόπετρα της χαράχτηκε, σύμφωνα με την τελευταία επιθυμία της, μόνον μια λέξη: Σιωπή. Σιωπή, λοιπόν, «Για την Πατρίδα» που εισέρχεται στην Μεγάλη Εβδομάδα της.
Λοχαγός Ευαγγ. Νομικός, από τις Κυκλάδες, αυτοκτόνησε στο Ριζό της Μακεδονίας, για να αποφύγει την αιχμαλωσία από τους Γερμανούς.
Εφ. Ανθυπολαχαγός Νικόλας Πάππης, από την Χίο, αυτοκτονεί έξω από το νοσοκομείο των Καμμένων Βούρλων, όταν είδε τους Γερμανούς να πλησιάζουν.
(Για τους δύο ήρωες δεν βρήκα περισσότερες πληροφορίες. Μνημονεύονται μόνον στο βιβλίο του δημοσιογράφου Τ.Κοντογιαννίδη «Ήρωες και Προδότες στην κατοχική Ελλάδα» εκ. Πελασγός, Αθήνα 1998, σελ 13)
Άφησα επίτηδες τελευταίο τον Κ.Κουκκίδη. κανείς δεν ξέρει που γεννήθηκε. Ήταν απλώς ένα προσφυγόπουλο, παιδί Ποντίων που μετά την μικρασιατική καταστροφή του ’22, ζήτησαν καταφύγιο στα προγονικά χώματα. Ίσως να γεννήθηκε εδώ, ίσως και στην «πέραν του Αιγαίου Ελλάδα». Ποιος είναι; Είναι ο φρουρός της γαλανόλευκης στον Ιερό Βράχο της Ακροπόλεως, που αυτοκτόνησε πέφτοντας στο κενό, όταν οι Γερμανοί, ταπεινώνοντας το εθνικό μας σύμβολο, ανήρτησαν την σβάστικα. Και όμως το γεγονός αυτό, παρά τις σχετικές μαρτυρίες, αμφισβητείται. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, στην σελίδα 376 των Απομνημονευμάτων του σημειώνει: «ο έλλην φρουρός της ελληνικής σημαίας της Ακροπόλεως μη θελήσας να παραστεί μάρτυς του θλιβερού θεάματος της αναρτήσεως της εχθρικής σημαίας, ώρμησεν εκ της Ακροπόλεως ως και εκρημνίσθη φονευθείς. Εκάθησα εις το γραφείον μου περίλυτος μέχρι θανάτου και δακρύων». Η εφημερίδα DAILY MAIL, Λονδίνο 9-5-1941, έγραψε: «…Ο Κ.Κουκκίδης, Έλληνας στρατιώτης, φύλαγε την γαλανόλευκη ελληνική σημαία στην Ακρόπολη στην Αθήνα, όταν μία ομάδα ενόπλων Ναζί, τον πλησίασε. Κρατούσαν την σβάστικα στα χέρια τους. Κατέβασε την σημαία, του είπαν και ανέβασε την δική μας. Ο Κώστας δεν ήξερε την γλώσσα τους, μα κατάλαβε. Έσφιξε τα δόντια του, έλυσε το σχοινί και άρχισε να την καταβάζει. Αμίλητος… Ύστερα κοντοστάθηκε για μια στιγμή, κάρφωσε τα μάτια του στον επικεφαλής Γερμανό και απότομά μ’ ένα σάλτο βρέθηκε επάνω στον διπλανό βράχο, τυλίχτηκε με την σημαία και ρίχτηκε από τις ύψους 200 ποδών επάλξεις». (Το γεγονός διασώζει και ο Ν.Χάμμοντ στο βιβλίο του «με τους αντάρτες 1942-44», εκδ.Ευρωεκδοτική, σελ.12). Τώρα γιατί αμφισβητείται; Προφανώς γιατί ο Κουκκίδης δεν ήταν μέλος κάποιας οργάνωσης ή παράταξης, που μονοπώλησε αργότερα τον αντιστασιακό αγώνα.
Αν ήταν αριστερός οι μποές πλατείες και λεωφόροι των ελληνικών πόλεων θα έφεραν το όνομα του…
Εδώ τελειώνει το μνημόσυνο των επτά ηρώων. Μπορεί να είναι ξεχασμένοι, αλλά όπως έλεγε και ο Ακαδημαϊκός Σπ.Μελάς:… «οι σύγχρονοι μπορεί να ξεχνούν, μα οι μεγάλες ψυχές ποτέ δεν χάνονται. Τις παίρνει στα φτερά της η Δόξα».
aktines.blogspot.com
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου