Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016

«Δι ’αυτά» πολέμησαν οι ιδρυτές του κράτους μας;

Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς

«Ένα έθνος έχει το δίκαιον πάντοντε να μετασχηματίση και να μεταλλάξη την νομοθεσίαν του. Μιας γενεάς πρόσωπα δεν ημπορούν να καθυποτάξουν εις τους νόμους των τα πρόσωπα οπού θέλουν γεννηθή κατόπι τους». Ρήγας Φερραίος "Νέα Πολιτική Διοίκησις" άρθρο 28

Δηλαδή, μας κανοναρχεί ο «πρωτομάρτυρας» της λευτεριάς μας, οι έχοντες τα «οφίκια της πατρίδος»,βουλευτές και κυβερνήτες δεν έχουν το δικαίωμα να υπογράψουν με «χέρια και ποδάρια» νόμους-μνημόνια με τα οποία καθυποτάσσονται γενεές, αγέννητων, Ελλήνων. Στρώθηκα και μελέτησα τα πρώτα, τα γενέθλια συντάγματα της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Ποια πατρίδα οραματίστηκαν οι «ματοκυλισμένοι» (Μακρυγιάννης) πρόγονοί μας; Γιατί 1.000.000 περίπου ηρωικοί ραγιάδες- από τα 3.000.000 που ζούσαν, όπως υπολογίστηκε τότε στην Επικράτεια- έδωσαν την ζωή τους;

«Η ανάγνωση των συνταγματικών κειμένων και της ιστορίας τους, δεν είναι ένα τυπικό καθήκον απέναντι στην συνταγματική μας ιστορία, αλλά ένα ουσιαστικό χρέος απέναντι στην νεοελληνική μας ιστορία, που τις επιπτώσεις της αντιμετωπίζουμε άμεσα και στις μέρες μας.

Όπως η Αθήνα δεν χτίστηκε σε μια μέρα, έτσι και η σημερινή θέση του Νεοέλληνα δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί και ερμηνευτεί σωστά χωρίς την συστηματική και πολύχρονη ίσως έρευνα των ιστορικών μας πηγών», γράφει ο Αλ. Σβώλος στο βιβλίο του «Η Συνταγματική ιστορία της Ελλάδος». (Εκδ. «Στοχαστής», Αθήνα 1972, σελ. 13).

Είναι γνωστό ότι τα τρία πρώτα Συντάγματα ψηφίστηκαν εν μέσω της Επανάστασης.

Το πρώτο πολίτευμα της αγωνιζομένης Ελλάδας προήλθε από την Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου στις 20 Δεκεμβρίου 1821. Το Σύνταγμα της Επιδαύρου υπεβλήθη σε αναθεώρηση από την Β΄ Εθνοσυνέλευση, η οποία συνήλθε στο Άστρος στις 29 Μαρτίου του 1823.

"Το πολίτευμα τούτο", γράφει ο Σβώλος, στο προαναφερθέν πόνημά του, "διά να μη διεγείρη, ως δημοκρατικόν, την δυσπιστίαν της Ιεράς Συμμαχίας ωνομάσθη Προσωρινόν».

Το τρίτο Σύνταγμα – το τελειότερο των Συνταγμάτων της Επαναστάσεως-ψηφίστηκε από την Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας κατά τον Μάιο του 1827. (Μεταξύ των άλλων εξέλεξε ομοφώνως τον Ιωάννη Καποδίστρια «Κυβερνήτη της Ελλάδος»). Βαρυσήμαντη, μεγαλοπρεπής και επική είναι η, ταυτόχρονη προς το Σύνταγμα, διακήρυξη της Επιδαύρου.
Την παραθέτω:

«Εν ονόματι της Αγίας και Αδιαιρέτου Τριάδος. Το Ελληνικό έθνος, το υπό την φρικώδη οθωμανική δυναστείαν, μη δυνάμενον να φέρη τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον ζυγόν της τυραννίας, και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας, κηρύττη σήμερον διά των νομίμων παραστατών του, την Εθνικήν συνηγμένων Συνέλευσιν, ενώπιον Θεού και ανθρώπων, την Πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν».

Σημαντικότατο είναι το προοίμιον του Συντάγματός μας.(Οίμος στα αρχαία είναι ο δρόμος. Προοίμιο είναι η εισαγωγή, η είσοδος).

Γράφει ο σεβαστός πρόεδρος του Αρείου Πάγου Ε.Τ. κ. Βασίλειος Νικόπουλος στην μελέτη του για το «προοίμιον και τη νομική του αξιολόγηση»:

«Είναι εμφανές ότι η Ορθόδοξος Χριστιανική Πίστις, η οποία ως υπερτάτη Αξία ενέπνευσε τον ιερόν απελευθερωτικόν αγώνα, κατηύγαζεν και το φρόνημα των συντακτών του Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος.

Ενδεικτικόν της ευλαβείας και της ζώσης, Ορθοδόξου Χριστιανικής Πίστεως των μελών της Α΄εν Επιδαύρω Εθνικής Συνελεύσεως μελών της Α΄εν Επιδαύρω Εθνικής Συνελεύσεως των Ελλήνων, είναι ότι η έναρξις των εργασιών της εκηρύχθη υπό του επισκόπου Ταλαντίου Νεοφύτου και πρώτου των μελών αυτής, αφού προηγουμένως με συμμετοχή όλων, ετελέσθη υπ’αυτού η Θεία Λειτουργία» («Εκδόσεις των φίλων του Λαού», σελ. 9-10).

Τι ωραίο! Στην πιο μεγάλη του στιγμή το Έθνος, «λειτουργιέται», κηρύττει «την πολιτικήν του ύπαρξιν» δι’ ευχών της αγίας μας Εκκλησίας.

(Θυμήθηκα αυτό που έλεγε ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς. «-Τι θα κάνεις, Γέροντα, αν ακούσεις ότι κηρύχτηκε πόλεμος; Τον ρώτησαν.
- Θα κάνω μια Θεία Λειτουργία", απάντησε. Άντε να καταλάβουν όλοι οι τωρινοί αλιβάνιστοι του κοινοβουλίου τον λόγο του αγίου!).

Σημαντικό είναι το β΄ άρθρο. Όταν αναζητήθηκε η συνισταμένη και η κοινή βάση που θα προσδιόριζε τον Έλληνα, την εθνική, δηλαδή, ονοματοδοσία των επαναστατών, ευθύς εξαρχής ορίστηκε: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικράτειας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες, και απολαμβάνουν άνευ τινός διαφοράς όλων των πολιτικών δικαιωμάτων».

Είναι ακράδαντη και εδραία η πίστη των αγωνιστών στην ευεγερτική επέμβαση του Χριστού για την νεκρανάσταση του Γένους.

«Τον Χριστόν φοβόμαστε και αυτήν η θρησκεία μας λευτέρωσεν και βγήκαμε στην κοινωνία του κόσμου» βροντοφωνάζει η άγρυπνη συνείδηση του Έθνους, ο στρατηγός Μακρυγιάννης:

«Για της πατρίδος την ελευθερίαν για του Χριστού την πίστιν την αγίαν γι’αυτά τα δύο πολεμώ», έψελνε κλαίγοντας ο λαός. «Παναγία μου, βοήθησε και τούτην την φορά τους Έλληνας δια να εμψυχωθούν» παρακαλά ο Κολοκοτρώνης την Παναγία σε μία εκκλησία εις τον δρόμο στο Χρυσοβίτσι.

«.... ας ρωτήσουμε την καρδιά μας και ό,τι μας απαντηχαίνει ας το βάλωμε γλήγορα σε πράξιν και ας είμεθα, αδέλφια, βέβαιοι πως ο Χριστός μας ο πολυαγαπημένος θα βάλη το χέρι απάνω μας», γράφει το λιοντάρι της Γραβιάς, ο Οδ. Ανδρούτσος, στην περίφημη επιστολή του στους Γαλαξιδιώτες. (Κάρπου Παπαδόπουλου, «Οδ. Ανδρούτσος, εκδ. «Βεργίνα», σελ. 98). Ας το καταλάβουν οι ποικιλώνυμοι εκκλησιομάχοι. Οι πρόγονοι έχυσαν το αίμα τους, γιατί ήθελαν η πίστη του Χριστού να δοξάζεται σε τούτο τον τόπο. Κι αν σήμερα κατρακυλήσαμε και γίναμε παλιόψαθα της οικουμένης είναι γιατί λησμονήσαμε την ιερή εντολή τους.

«Να μην γίνεται λόγος κατά της χριστιανικής θρησκείας» διαβάζουμε στο ιδρυτικό του νέου κράτους μας Σύνταγμα. (Δεν περνάει μέρα που να μη βγαίνει κάποιο επωνυματοφόρο νούμερο και να μην κουνάει το δάχτυλο στην Ορθόδοξη του Χριστού Εκκλησία).

Το γιατί μας το περιγράφει εκφραστικότατα ο ιστορικός Ζαμπέλιος: «Οι αλλοεθνείς, ίνα μας αναγνωρίσωσιν, ηρώτων που είναι η πατρίς μας και ημείς κοσμικώς απάτριδες εις μόνη απάντησιν εστρέφομεν το βλέμμα προς την Εκκλησίαν. Ούτοι μεν μας έλεγον ότι άλλο Εκκλησία και άλλο Πατρίς.

Ημείς δε ουδέ ηξεύρομεν ουδέ δυνάμεθα να τα διακρίνωμεν , η μια μετά της άλλης ήσαν αδιασπάστως εντός της ημετέρας καρδίας συνηρμοσμένα».

Ο δήθεν εξευρωπαϊσμός μας προκάλεσε και τον διασπασμό, εντός της ημετέρας καρδίας, των δύο τούτων τζιβαϊρικών. Γι’αυτό και όταν μας βρίσκει το κακό σπεύδουμε να αδειάσουμε τα ράφια των Super Market, αντί να τρέχουμε στην αγκαλιά της μάνας, της Εκκλησίας, στην Θεία Λειτουργία.

Δι’ αυτά πολεμήσαμε» έλεγε ο γερο-Μακρυγιάννης σε «κάτι στρατιώτες» που θα πουλούσαν δύο αγάλματα περίφημα, «κάτι Ευρωπαίων».

Πόσα ερωτηματικά χωράει σήμερα αυτή η φράση; Δι’ αυτά πολέμησαν; Για τα μνημόνια, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, την οικονομική εξαθλίωση, την ασυδοσία των ασύλων, τον εκβαρβαρισμό της παιδείας....

Μήπως, ερωτώ, ακυρώθηκε η Επανάσταση του Εικοσιένα; Αν συμφωνούμε, τι κάνουμε;

aktines.blogspot.gr

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου