Κυριακή Ζ΄Λουκά
Ένας μεταξύ των επωνύμων, που πράγματι μας αιφνιδιάζει με την παρουσία του, ήταν και ο Ιάειρος, τον οποίο οι Ευαγγελιστές τον χαρακτηρίζουν ως άρχοντα της Συναγωγής. Ένας αρχισυνάγωγος, λοιπόν, είναι παρών μεταξύ των ακροατών του Ιησού. Και στην περίπτωση αυτή δεν ανήκει στους αντιδρώντες και επικριτές Ιουδαίους, αλλά σ’ εκείνους που προσήλθαν με αγαθές διαθέσεις. Και στην περίπτωση αυτή, αφού πρόκειται για τον γνωστό μας Ιάειρο, ήρθε αυτός να παρακαλέσει και να ικετεύσει τον Κύριο να θεραπεύσει την ετοιμοθάνατη κόρη του.
Και μια άλλη παρουσία εντυπωσιάζει στη σημερινή ευαγγελική περικοπή. Πρόκειται για μια ασήμαντη και ανώνυμη γυναίκα του λαού, η οποία πάσχει από έντονη αιμορραγία επί δώδεκα χρόνια και η οποία είχε καταξοδέψει την περιουσία της όλη στους γιατρούς χωρίς να βρει την ποθητή θεραπεία της. Και αυτή σιωπηλά και αθέατα προσεγγίζει τον Ιησού με τη βαθιά ελπίδα της σωτηρίας της.
Έτσι παρατηρούμε, ότι έχουμε εκπροσώπους από όλο το φάσμα της Ιουδαϊκής κοινωνίας. Ανθρώπους, που ήρθαν με αγαθή διάθεση να ακούσουν το κήρυγμα και τη διδασκαλία του Ιησού. Άλλος από απλή περιέργεια και άλλος, ασφαλώς, με επικριτική και εχθρική διάθεση. Όμως έχουμε και ανθρώπους, ανεξάρτητα κοινωνικής και θρησκευτικής τοποθέτησης, οι οποίοι προσήλθαν με μια βαθύτατη αίσθηση και πίστη για το λυτρωτικό έργο του Κυρίου και προσδοκούν απ’ αυτόν το μεγάλο θαύμα που δεν μπορεί να πραγματοποιήσει κανένας άλλος.
1. Η ανάσταση της κόρης του Ιαείρου
Ο ιερός συγγραφέας της περικοπής, κατά την εξιστόρηση των γεγονότων, αναφέρει, ότι ενώ συνεχιζόταν η συζήτηση του Ιησού με τον αρχισυνάγωγο Ιάειρο, έρχεται κάποιος και αναφέρει το θάνατο της άρρωστης κόρης του και κατά συνέπεια δεν χρειαζόταν πλέον η επέμβαση του Κυρίου. Το τέλος ήρθε, αφού «τέθνηκεν η θυγάτηρ», άρα δεν έχει νόημα ούτε η πίστη στον Ιησού ούτε και η παρουσία του, τουλάχιστο στη ζωή του Ιαείρου. Και εκεί που όλα σηματοδοτούν ένα «τέλος», ο Ιησούς Χριστός ανοίγει ένα παράθυρο ελπίδας. Στρέφεται προς τον Ιάειρο και του λέγει «μη φοβού, μόνον πίστευσον, και σωθήσεται».
Η πίστη δεν έχει καμιά σχέση με τα συνήθη δεδομένα. Η πίστη ανοίγει μια νέα αρχή. Είναι ελπίδα, προσδοκία και δύναμη για κάθε νέο και ωραίο, για μια νέα ζωή. Ο Ιησούς δεν έχει καμιά σχέση με το θάνατο, αλλά με τη ζωή. Η σχέση του Ιησού με τη νεκρή κόρη είναι άλλης φύσεως και δεν μπορεί παρά να συντρίψει το θάνατο της και να της δώσει εκ νέου τη ζωή. Γι’ αυτό και η ανάσταση έρχεται ως φυσικό επακόλουθο της κοινωνίας με τον Ιησού. Κι ενώ όλοι θρηνούν, «έκλαιον και εκόπτοντο», και όλοι επιβεβαιώνουν ότι «απέθανεν», ο Κύριος έχει μια άλλη αίσθηση για τα γεγονότα και μια άλλη θέαση της ύπαρξης αυτής της νεαρής θυγατέρας του Ιαείρου. Η πίστη βλέπει πέρα από το θάνατο.
Η ανάσταση της κόρης του Ιαείρου είναι μια από τις τρεις αναστάσεις που καταγράφονται στα ιερά Ευαγγέλια. Η μία ήταν εκείνη της ανάστασης του υιού της χήρας της Ναΐν. Στην πόλη της χαράς που ενέσκηψε ο θρήνος και ο θάνατος, ο Ιησούς ξαναφέρνει την ελπίδα και τη χαρά. Η δεύτερη είναι αυτή της ανάστασης της κόρης του Ιαείρου. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις έχουμε το θάνατο δύο νέων ανθρώπων, που από τη φύση τους δεν θα έπρεπε να είχαν καμιά σχέση με το θάνατο αλλά μόνο με τη ζωή. Και η τρίτη περίπτωση ήταν εκείνη της ανάστασης του νεαρού του φίλου, του Λαζάρου. Η αγάπη του Κυρίου προς τον φίλο του δεν επιτρέπει το θάνατο ούτε της ελπίδας στο πρόσωπο της Μάρθας και της Μαρίας, των αδελφών του Λαζάρου, αλλά ούτε και αυτό το θάνατο της ζωής του αγαπημένου του φίλου και συντρόφου.
Η έννοια της ανάστασης σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι, τελικά, μια άλλη θέαση της ζωής και του κόσμου από μέρους του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς στη θετική του προσέγγιση προς τον κόσμο που τον πλησιάζει δεν κάνει καμιά διάκριση, ούτε εάν πρόκειται για μια άσημη και ανώνυμη χήρα, ούτε εάν πρόκειται για κάποια επώνυμη και σημαντική προσωπικότητα της Ιουδαϊκής κοινωνίας, όπως ο Ιάειρος, ο οποίος ως αρχισυναγωγός πιθανώς και να είχε εναντιωθεί στον τρόπο ερμηνείας του νόμου Μωϋσέως από τον νέο Διδάσκαλο. Ο Ιησούς Χριστός είναι η ζωή και η ανάσταση. Αυτό το μήνυμα θέλει και η Εκκλησία να προβάλλει προς όλους μας και σήμερα.
2. Η θεραπεία της αιμορροούσης γυναίκας
Στην περίπτωση αυτή δεν είναι μόνο η ασθένεια που επιβαρύνει την κατάσταση της φτωχής αυτής γυναίκας και η οποία θα μπορούσε κάθε στιγμή να την στείλει στο θάνατο. Υπάρχει και η θρησκευτική ερμηνεία της ρύσης του αίματος από κάποια γυναίκα. Κατ’ αρχήν η ροή του αίματος, θρησκειολογικά, σημαίνει τον φορέα των κακών πνευμάτων.
Εκ δευτέρου σημαίνει πως η γυναίκα αυτή είναι ακάθαρτη όχι μόνο σωματικά αλλά και πνευματικά και δεν της επιτρέπεται η έξοδος από το σπίτι και η κοινωνική της ζωή. Η γυναίκα της περικοπής, λόγω της πάθησής της, είναι καταδικασμένη σε μόνιμη απομόνωση και σε κοινωνική απόρριψη και περιφρόνηση, σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής εκείνης.
Δεν είναι τυχαία η επισήμανση από τον ιερό Ευαγγελιστή, ότι η γυναίκα αυτή πλησίασε τον Ιησού κρυφά και μυστικά, όλο φόβο και «τρέμουσα» μήπως και εντοπισθεί η παρουσία της εδώ στη σύναξη όλων αυτών των ανθρώπων και ιδιαίτερα η αποτόλμησή της να αγγίξει τα ρούχα του Κυρίου, όλο ελπίδα για να ιαθεί. Με το άγγιγμα αυτό, συμπεραίνει ο Λουκάς, «ιάθη παραχρήμα» η γυναίκα. Και από μια ύπαρξη υπό περιφρόνηση και κατάρα γίνεται ευθύς αμέσως «θυγάτηρ» του Θεού. Η μολυσμένη και αμαρτωλή γυναίκα αποκαθίσταται στη θέση που της άνηκε, κοντά στον Χριστό, ως τέκνο του Θεού, αλλά και στην κοινωνία, ως υγιές άτομο.
Η θεραπεία της αιμορροούσης γυναίκας είναι ένα είδος επανόδου στη ζωή, όπως και η ανάσταση ενός νεκρού. Τα δύο γεγονότα συνδέονται εσωτερικά και γι’ αυτό εκτίθενται από το Ιερό κείμενο σε μια ενιαία ενότητα. Η παρουσία του Ιησού δεν είναι απλώς θεραπευτική και παρηγορητική. Είναι παρουσία λυτρωτική και σωτηριολογική. Η ζωή έχει άμεση σχέση με την ανάσταση και η ανάσταση είναι επάνοδος στη ζωή. Αυτό σημαίνει αναδημιουργία και ανακαίνιση του κόσμου και του ανθρώπου. Το θαύμα και η ανάσταση είναι επέμβαση του Χριστού να οδηγήσει τα πράγματα και πάλι στην κατ’ ουσία φύση, που είναι η ζωή.
Το ενδιαφέρον σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι, ότι ο Χριστός στη σωτηριολογική προσέγγιση όλων των ανθρώπων και του κόσμου δεν κάνει διακρίσεις. Η μόνη προϋπόθεση είναι η σεμνότητα και η απλότητα στην προσέγγιση του Κυρίου.
Η πίστη ξεπηδά αυθόρμητα σ’ αυτήν την ειλικρινή σχέση και κοινωνία. Όταν έρχεσαι κοντά στο Χριστό, τον ακούς και τον βλέπεις, τον αγγίζεις και έχεις αίσθηση της ζωντανής παρουσίας του και από μέσα σου αυθόρμητα γεννιέται η πίστη και η ελπίδα. Και το θαύμα δεν αργεί να γίνει. Ο ευαγγελιστής Λουκάς, επισημαίνει, ότι «παραχρήμα ιάθη» η αιμορραγούσα γυναίκα και «παραχρήμα ηγέρθη» η κόρη του Ιαείρου. Όλα συντελούνται αυθόρμητα με την εμφάνιση του Κυρίου. Όλα συντελούνται με τη δική μας προσέλευση στη δική του αγάπη…
Το σημερινό κήρυγμα επικεντρώθηκε στις εξής έννοιες: θεραπεία από την ασθένεια, ανάσταση από το θάνατο, απελευθέρωση από τις δεσμεύσεις, βίωση της αγάπης. Αυτά συνιστούν και βασικούς άξονες της ορθόδοξης πνευματικότητας. Δεν νοείται πνευματική ζωή χωρίς ελευθερία και αγάπη. Η πρόσκληση στην πίστη δεν είναι τίποτε άλλο παρά πρόσκληση προς την κατ’ ουσία ζωή, πρόσκληση προς την αναστημένη ζωή. Αυτή τη ζωή την παρέχει μόνο ο Χριστός. Η κοινωνία μας με το Χριστό είναι η μόνη εγγύηση της πνευματικής ζωής, της επιδιωκόμενης ποιότητας στην καθημερινότητά μας.
(Γ.Π.Πατρώνου, Ομοτιμ. Καθηγητού Παν/μίου Αθηνών, «Κήρυγμα και Θεολογία», τ.Α΄ – Αποσπάσματα)
vatopaidi.wordpress.com
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου